πρωτεϊνοσύνθεση

πρωτεϊνοσύνθεση
η, Ν
(βιοχ.) η φυσιολογική ή τεχνητή σύνθεση τών πρωτεϊνών στο κύτταρο ή στο εργαστήριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτεΐνη + σύνθεση].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κωδικόνιο — Ομάδα τριών νουκλεοτιδικών βάσεων στο DNA ή στο RNA, η οποία παρέχει την πληροφορία για την προσθήκη ενός συγκεκριμένου αμινοξέος κατά τη σύνθεση μιας πολυπεπτιδικής αλυσίδας. Το σύνολο των κ. με τα αντίστοιχα αμινοξέα για τα οποία κωδικοποιούν… …   Dictionary of Greek

  • μετάφραση — (Βιολ.). Μετατροπή γενετικά κωδικοποιημένων οδηγιών, που περιέχονται στα νουκλεϊκά οξέα, σε μια σειρά αμινοξέων, με σκοπό την κατασκευή μιας πρωτεΐνης σε ένα κύτταρο· ονομάζεται, επίσης, και πρωτεϊνοσύνθεση. Η μ. χωρίζεται σε τρία στάδια: την… …   Dictionary of Greek

  • μηνύτωρ — και μηνύτορας, ο (Α μηνύτωρ και δωρ. τ. μανύτωρ) αυτός που παρέχει πληροφορίες, αγγελιαφόρος, πληροφοριοδότης νεοελλ. φρ. «μηνύτορας RNΑ» βιολ. τύπος ριβοζονουκλεϊκού οξέος σημαντικού για την πρωτεϊνοσύνθεση. [ΕΤΥΜΟΛ. < μηνύω + επίθημα τωρ… …   Dictionary of Greek

  • πολύσωμα — το, Ν βιολ. συνάθροιση ριβοσωμάτων στο αγγελιαφόρο RNΑ (mRNΑ) κατά την πρωτεϊνοσύνθεση, αλλ. πολυριβόσωμα …   Dictionary of Greek

  • αντιβιοτικά — Οργανικέςουσίες που παράγονται από μικροοργανισμούς (μύκητες, ακτινομύκητες, σχιζομύκητες) ικανές να εμποδίζουν την ανάπτυξη των διαφόρων μικροβίων ή ακόμα και να τα σκοτώνουν. Τα α. είναι τυπικά προϊόντα δευτερογενών και μικρών μονοπατιών… …   Dictionary of Greek

  • δικτυοσωμάτια — Μεμβρανώδη οργανίδια που αποτελούν στοιχεία του συμπλέγματος Γκόλτζι (Golgi). Κάθε δ. αποτελείται από έναν αριθμό πεπιεσμένων σακιδίων που βρίσκονται μαζί ως συστοιχία (σαν στήλη από νομίσματα). Σε κάθε σακίδιο υπάρχει μία κεντρική πεπλατυσμένη… …   Dictionary of Greek

  • Κοράνα, Χαρ Γκόμπιντ — (Har Gοbind Khorana, Παντζάμπ 1922 –). Αμερικανός βιοχημικός, ινδικής καταγωγής. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Παντζάμπ και, αφού βραβεύτηκε στη χώρα του, πραγματοποίησε τη διδακτορική του διατριβή στο πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ (Αγγλία),… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”